« – Είπα να στηρίξω την Ελληνική αγορά, αλλά είναι πανάκριβα»

Το παραπάνω σχόλιο εκτός από πολύ-διατυπωμένο (και λογικό εδώ που τα λέμε), αποτέλεσε και την αφορμή της ανάγκης να διευκρινιστεί. Αν βαριέσαι να διαβάσεις όλα όσα θέλω να σου πω, μπορείς να πας κατευθείαν στην τελευταία παράγραφο.

Σύντομο #throwback

Η βιοτεχνία στην Ελλάδα γνώρισε πολύ μεγάλη άνθιση την δεκαετία του 80’ μέχρι τα μέσα του 90’, που σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι απασχολούνταν με αξιοπρεπής μισθούς σε αυτό τον δύσκολο κλάδο που ουσιαστικά αποτελεί «τέχνη» και μάλιστα δύσκολη και που ποτέ δεν θα πληρωθεί όσο της αξίζει.

Στα μέσα προς τέλη της δεκαετίας του 90′, πολλές βιοτεχνίες μεταφέρθηκαν σε βαλκανικές γειτονικές χώρες αφενός, λόγω υπέρογκων κρατικών εισφορών και αφετέρου προκειμένου να μειώσουν τα έξοδα παραγωγής με ό,τι αυτό συνεπάγεται («φθηνά» εργατικά χέρια, περισσότερα για λιγότερα, μειωμένοι φόροι). Όπως φαντάζεστε πολλοί άνθρωποι και κατά συνέπεια ολόκληρες οικογένειες έμειναν χωρίς δουλειά κάτι που δεν ευχόμαστε ούτε στον εχθρό μας.

Μεταξύ άλλων αργότερα, εκείνη την περίοδο πολλές βιοτεχνίες έκλεισαν οριστικά καθώς δεν μπορούσαν α) να ανταγωνιστούν τις βιοτεχνίες που μεταφέρθηκαν στο εξωτερικό (κοστολογικά) και β) να ανταπεξέλθουν πλέον στις οικονομικές υποχρεώσεις τους (πχ. πληρωμή μισθών).

Επιπλέον, όσον αφορά τις πρώτες ύλες σιγά, σιγά, οι περισσότεροι στράφηκαν προς την αγορά του εξωτερικού και πάλι με στόχο την μείωση του κόστους παραγωγής. Δηλαδή , αντί να προμηθευτούν από Έλληνες εισαγωγείς την πρώτη ύλη, κατέφευγαν κατευθείαν στην πηγή όπου θα την προμηθεύονταν πιο φθηνά.

Όπως καταλαβαίνεις αυτό το «πιο φθηνά» στοίχισε και στοιχίζει ακριβά σε πολλούς ανθρώπους και οικογένειες στην Ελλάδα.

Ας μην σχολιάσουμε και την «γρήγορη» μόδα -fast fashion-που ξεκίνησε να μπαίνει στο παιχνίδι τότε ,μέχρι και σήμερα με ανυπολόγιστο κόστος. Εντάξει, ίσως το σχολιάσουμε σε ένα επόμενο διάλογο.

Η περιορισμένη μεν, αλλά  η απολύτως αναγκαία -τελικά- δε παραγωγή ή αλλιώς “Limited edition”.

Ο μινιμαλιστικός τρόπος ζωής που έχουν υιοθετήσει ή έστω προσπαθούν να υιοθετήσουν πολλοί άνθρωποι, βρίσκει καταφύγιο πίσω από πολλά μικρά brands, γιατί ο σκοπός δεν είναι τα περισσότερα αλλά τα αναγκαία και αυτό αποτελεί το lifestyle που επιδιώκει να προωθήσει τελικά, με μέσο την τέχνη του το κάθε μικρό brand.

Μεταξύ αυτών και εμείς στοχεύουμε να μοιραστούμε μέσα από τα ρούχα μας αυτό το lifestyle με μότο -Less is not more, less is everything-, απορρίπτοντας την μαζική κατανάλωση που μας επιβάλλεται καθημερινά, περιορίζοντας την παραγωγή μας σε σχέδια, χρώματα και τεμάχια.

Τώρα θα αναρωτιέσαι και που κολλάει αυτό με την τελική, «ακριβή» τιμή. Θα σου εξηγήσω παρακάτω.

Εάν υποθέσουμε ότι ισχύει το «όσο περισσότερα, τόσο καλύτερα» τότε επιδιώκουμε σιωπηλά και το «φθηνότερα άρα περισσότερα».

Όπως δηλαδή θα πάρεις περισσότερα με λιγότερα χρήματα, έτσι ισχύει και στην παραγωγή, όσα περισσότερα ρούχα κατασκευάσεις τόσο μικρότερο θα είναι το κόστος και τελικά τόσο «φθηνή» και η τελική τιμή.

Και τώρα θα σκέφτεσαι, ωραία …και που είναι το πρόβλημα με αυτό. Η απάντηση μου σε αυτό, που είναι και αυτό που πρεσβεύω σαν άνθρωπος, είναι το γνωστό ρητό  «βλέπω το δέντρο και όχι το δάσος» …αλλά αντίστροφα. Γιατί για εμένα στην προκειμένη περίπτωση είναι πιο σημαντικό να ξεκινήσω να εστιάζω στο δέντρο, να το φροντίζω, να το προσέχω και να είναι τελικά αυτό που θα ξεχωρίζει μέσα στο δάσος. Αν το κάνεις και εσύ, θα δημιουργήσεις εξίσου ένα πανέμορφο δέντρο, ξεχωριστό και τελικά όλοι μαζί θα δημιουργήσουμε ένα πανέμορφο δάσος χωρίς να χάνουμε και να παραμελούμε την αξία του δικού μας, που στην προκειμένη περίπτωση, κυριολεκτικά είναι η ταυτότητα η οποία δεν αλλοιώνεται με τον χρόνο και τους καιρούς, τις εποχές….

“We don’t follow trends, we make our own”

#tothepoint

Επειδή αρκετά πλατείασα ή και όχι….άνα ρούχο/αντικείμενο αποτελεί το δέντρο και ο φροντιστής, -δηλαδή οι γυναίκες, κυρίως, που βρίσκονται στην παραγωγή, αυτοί που έβαλαν την ιδέα κοκ.-  του πρέπει να πληρώνεται αξιοπρεπώς και όχι να φτιάχνει περισσότερα για λιγότερα όπως συμβαίνει στις μεγάλες παραγωγικές μονάδες, είναι ηθικό το θέμα.

Το χώμα -πρώτη ύλη-  θέλω να το προμηθευτώ από «το σπίτι» μου και ας είναι ακριβότερο, πρωτίστως, γιατί αν δεν στηρίξεις το σπίτι σου, τότε ποιον;

Πληρώνοντας κάτι περισσότερο, μας κάνει πιο επιλεκτικούς ενώ παράλληλα  του δίνουμε μεγαλύτερη αξία και φροντίδα, το υιοθετούμε, το κάνουμε το δέντρο μας που δεν θα καταλήξει στην καλύτερη, μετά από 5 χρήσεις σε κάποιο ξεχασμένο ράφι, ενώ στην χειρότερη στα σκουπίδια.

Το κόστος στο περιβάλλον είναι επίσης ανυπολόγιστο και η αλήθειά είναι ότι ακόμα και εμείς δεν έχουμε καταφέρει  να χρησιμοποιούμε απολύτως φυσικές πρώτες ύλες, αλλά για αυτό προσπαθούμε ξεκινώντας από αυτό που μπορούμε.

Τώρα θα μου πεις ότι όλα αυτά είναι ουτοπικά, αλλά εγώ πιστεύω και θέλω να προσπαθήσω για αυτή την ουτοπία και αυτό το θέτω σε γενικότερο πλαίσιο. Ένα προσωπικό βήμα κάθε φορά μας φέρνει πιο κοντά στην δημιουργία αυτής της «ουτοπίας».

Τέλος, θέτω την εξής ερώτηση στον εαυτό μου και εσένα: πόσο τελικά κοστίζει το φθηνότερο έναντι του ακριβότερου και σε ποιόν;

Σε ευχαριστώ για τον χρόνο σου!

|Clothes are our inside on our outside|